Κ. ΜΠΑΛΩΜΕΝΟΣ: ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΆΜΥΝΑ: ΕΘΝΙΚΗ ΑΠΟΤΥΧΙΑ ή ΕΘΝΙΚΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ;

2025/06/09 at 9:45 ΜΜ 09/06/2025 newsroomΔρ. Κωνσταντίνος Π. Μπαλωμένος
Πολιτικός Επιστήμονας – Διεθνολόγος
Πρώην Γενικός Διευθυντής – Γενικής Διεύθυνσης
Πολιτικής Εθνικής Άμυνας και Διεθνών Σχέσεων (ΓΔΠΕΑΔΣ)
Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (ΥΠΕΘΑ)

Στις 27 Μαΐου 2025, το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.), παρά τις αντιδράσεις της Ελλάδας και της Κύπρου αποφάσισε με ειδική πλειοψηφία και όχι με ομοφωνία (αποτρέποντας έτσι το ενδεχόμενο άσκησης βέτο), την έμμεση συμμετοχή της Τουρκίας στα ευρωπαϊκά εξοπλιστικά προγράμματα.
Παρά τις μεθοδεύσεις μερίδας εταίρων στην Ε.Ε. (που επιθυμούσαν να συμμετάσχει η Τουρκία στο πρόγραμμα SAFE), αλλά και την πρωτοφανή στα ευρωπαϊκά δεδομένα θεσμική εκτροπή στην οποία προέβησαν, τελικά οι πιέσεις της Κύπρου και της Ελλάδας έπιασαν τόπο και εξασφαλίστηκαν σημαντικές δικλείδες ασφαλείας όπως:
α) το άρθρο 16, όπου αναφέρει ρητά πώς «η συμμετοχή μιας τρίτης χώρας στο SAFE μπορεί να αποκλειστεί αν αυτή η χώρα θέτει άμεση απειλή στην ασφάλεια ενός κράτους-μέλους» και
β) η ενσωμάτωση του άρθρου 212 σε συνδυασμό με το άρθρο 218 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου σχετίζονται με την εξωτερική δράση της Ε.Ε. και προβλέπουν, ότι οι συμφωνίες οικονομικού, χρηματοδοτικού και τεχνικού περιεχομένου της Ένωσης με τους υποψήφιους εταίρους θα αποφασίζονται με ομοφωνία.
Η όλη εξέλιξη, προκάλεσε έντονες συζητήσεις στο εσωτερικό της Ελλάδας και χαρακτηρίστηκε τόσο από μερίδα εκπροσώπων του τύπου όσο και από τους γνωστούς λαϊκιστές – υπερπατριώτες του καναπέ ως εθνική αποτυχία και ήττα.
Τελικά όμως, η μερική συμμετοχή της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή άμυνα τί είναι; εθνική αποτυχία ή μήπως εθνική ευκαιρία;

Υπό το πρίσμα αυτό, θα πρέπει να επισημανθεί ότι το ζήτημα της συμμετοχής της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή άμυνα δεν είναι καινούριο.
Εδώ και δεκαετίες, η Τουρκία συμμετείχε έμμεσα ή άμεσα στην ευρωπαϊκή άμυνα και διαχρονική βασική στρατηγική της επιδίωξη, ήταν η πλήρης ένταξή της στις δομές της, καθώς και η συμμετοχή της στα ευρωπαϊκά εξοπλιστικά προγράμματα.
Συγκεκριμένα, το 1992 η Τουρκία έγινε συνδεδεμένο μέλος της Δυτικοευρωπαϊκής Ένωσης (Δ.Ε), χωρίς δικαίωμα ψήφου. Η Δ.Ε. την περίοδο εκείνη, αποτελούσε τον κύριο φορέα ευρωπαϊκής άμυνας πριν την ενσωμάτωσή της στην Ε.Ε. μέσω της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ).
Επίσης, τη δεκαετία του 2000, η Τουρκία ως μέλος του ΝΑΤΟ, ζήτησε θεσμοποιημένη πρόσβαση στις αποφάσεις και τις επιχειρήσεις της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας (ΕΠΑΑ).
Ειδικότερα το 2003, όταν η Ε.Ε και το ΝΑΤΟ κατέληξαν στη συμφωνία «Berlin Plus» όπου έδωσε τη δυνατότητα στην Ε.Ε. να έχει πρόσβαση στις αμυντικές δυνατότητες σχεδιασμού και υποδομής του ΝΑΤΟ για την εκπλήρωση των επιχειρήσεών της, η Τουρκία (ως μέλος του ΝΑΤΟ) είχε δικαίωμα αρνησικυρίας (ΒΕΤΟ) στη χρήση των δυνατοτήτων αυτών και άσκησε το δικαίωμα αυτό επανειλημμένα, σε επιχειρήσεις της Ε.Ε. που συμπεριελάμβαναν την Κύπρο. Επίσης, στο πλαίσιο αυτό, η Τουρκία είχε επιχειρησιακή συμμετοχή σε αποστολές της Ε.Ε. όπως την «Operation Concordia» στη Βόρεια Μακεδονία (2003) και την «Operation Althea» στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη (2004).
Η Τουρκία επίσης, από το 2006 είχε διοργανική συμφωνία διοικητικής φύσεως (Administrative Arrangement), με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Άμυνας [(ΕΟΑ). Ιδρύθηκε το 2004 με στόχο τη στήριξη των κρατών μελών της Ε.Ε. για την ανάπτυξη των στρατιωτικών τους πόρων)].
Βάσει της εν λόγω συμφωνίας, η Τουρκία είχε τη δυνατότητα να παρακολουθεί προγράμματα συνεργασίας, να έχει περιορισμένη συμμετοχή σε συγκεκριμένες ερευνητικές πρωτοβουλίες και να συμμετέχει σε ομάδες εργασίας για τεχνικά και επιστημονικά ζητήματα.
Επιπλέον, η Τουρκία, αν και δεν είναι κράτος-μέλος της Ε.Ε., συμμετείχε ενεργά ως τρίτη χώρα σε ευρωπαϊκά ερευνητικά προγράμματα, κυρίως μέσω του Horizon 2020 (πρόγραμμα χρηματοδότησης έρευνας και καινοτομίας της Ε.Ε. για την περίοδο 2014-2020). Συγκεκριμένα, η Τουρκία:
❖ Μέσω του Τουρκικού Ινστιτούτου Επιστήμης και Τεχνολογίας TÜBİTAK BİLGEM, συμμετείχε στο πρόγραμμα RESIST (Resilient Smart Critical Infrastructure Systems) που αφορούσε την προστασία κρίσιμων υποδομών έναντι κυβερνοαπειλών και φυσικών καταστροφών.
❖ Μέσω του τουρκικού ομίλου Arçelik A.S. συμμετείχε στο πρόγραμμα iBUS (Integrated Business Model for Customer Driven Custom Product Supply Chain), που αφορούσε την ενσωμάτωση ψηφιακών τεχνολογιών στην παραγωγή προσαρμοσμένων προϊόντων.
❖ Μέσω τουρκικών εταιρειών και ερευνητικών κέντρων συμμετείχε στην ανάπτυξη εργαλείων Industry 4.0. του προγράμματος EFPF (European Factory Platform) και είχε συνεργασία με ευρωπαϊκούς εταίρους από τη Γερμανία, την Ιταλία και Ολλανδία.
Επιπρόσθετα, αξίζει να επισημανθεί ότι εδώ και χρόνια η Τουρκία παρά τα κατά καιρούς εμπόδια και τους αποκλεισμούς της από ευρωπαϊκά προγράμματα (όπως τα προγράμματα PESCO, το πρόγραμμα EU SatCom Market, τα προγράμματα του EDF και το δορυφορικό πρόγραμμα IRIS²), συνεργάζεται διμερώς με ευρωπαϊκές αμυντικές βιομηχανίες κρατών μελών της Ε.Ε..
Για παράδειγμα, η τουρκική εταιρεία ASELSAN συνεργάζεται με τις γαλλικές εταιρείες Airbus Defence and Space και Thales LAS, στο πλαίσιο εκπόνησης μελετών και παροχής τεχνικών υπηρεσιών για λογαριασμό της Υπηρεσίας Υποστήριξης και Προμηθειών του ΝΑΤΟ (NSPA), για την ανάπτυξη ενός αρθρωτού, επεκτάσιμου συστήματος αεράμυνας εδάφους. Παράλληλα, συνεργάζεται με εταιρείες της Γερμανίας, της Ισπανίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας σε τομείς όπως τα ραντάρ, τα ηλεκτρονικά συστήματα επικοινωνιών και τα αντι-drone συστήματα.
Επίσης, η τουρκική εταιρεία πυραυλικών συστημάτων Roketsan συνεργάζεται με την γαλλική Thales και την ιταλική Leonardo, κυρίως μέσω εξαγωγών υποσυστημάτων και συντονισμένων ερευνών σε νέες τεχνολογίες και διατηρεί συνεργασία με ισπανικές και πολωνικές εταιρείες στον τομέα της πρόωσης και των κινητήρων.
Συνοψίζοντας τα ανωτέρω δεδομένα, εύλογα τίθενται κάποια ερωτήματα προς όλους αυτούς που άσκησαν και ασκούν δριμεία κριτική για την πρόσφατη απόφαση της Ε.Ε., για μερική συμμετοχή της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή άμυνα και μίλησαν για εθνική αποτυχία και ήττα.
Συγκεκριμένα, όλα αυτά τα χρόνια οι εν λόγω κατήγοροι δεν γνώριζαν πως η Τουρκία έμμεσα ή άμεσα συμμετείχε στην Ευρωπαϊκή Άμυνα;
Αν δεν γνώριζαν, πως εκφέρουν αβίαστα άποψη για ζητήματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας που δεν γνωρίζουν;
Αν πάλι γνώριζαν και δεν μιλούσαν για λόγους μικροπολιτικού και προσωπικού συμφέροντος, μήπως τελικά εκτός από λαϊκιστές είναι και εθνικά επικίνδυνοι;
Επίσης, πως είναι δυνατόν να μιλούν για εθνική αποτυχία και ήττα, όταν η Τουρκία δεν πανηγυρίζει και διαμαρτύρεται στην Ε.Ε., ζητώντας άρση των περιοριστικών εμποδίων που ετέθησαν για τη συμμετοχή της στην ευρωπαϊκή άμυνα;
Επιπλέον, αν η Ελλάδα ηττήθηκε στο εν λόγω ζήτημα, γιατί ο κ. Ερντογάν και τα τουρκικά ΜΜΕ προσπαθούν να αποσυνδέσουν το ζήτημα της άρσης του Casus Belly (που έθεσε ο Έλληνας πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης), από τη συμμετοχή της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή άμυνα;
Σε συνέχεια των ανωτέρω ερωτημάτων, θα παραθέσω ένα ακόμη στοιχείο που θεωρώ πως θα αποδείξει ακόμη περισσότερο, πόσο έωλοι είναι οι ισχυρισμοί περί εθνικής αποτυχίας και ήττας.
Εδώ και δεκαετίες δεν αποτελεί εθνική γραμμή (που έχει υποστηριχτεί από την πλειοψηφία των πολιτικών κομμάτων και από πολλούς Έλληνες πρωθυπουργούς), η στήριξη της Ελλάδας στην ενταξιακή πορεία της Τουρκίας προς την Ε.Ε., ως εργαλείο ειρήνης, σταθερότητας και εξομάλυνσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων;
Συνεπώς, αν η Τουρκία ενταχθεί στην Ε.Ε. ως πλήρες μέλος, δεν θα συμμετάσχει ισότιμα στην ευρωπαϊκή άμυνα;
Τότε όλοι αυτοί που σήμερα μιλούν για εθνική αποτυχία και ήττα, τι θα λένε; Θα μας μιλούν για εθνική επιτυχία;
Τελικά μήπως υπάρχει έλλειμα σοβαρότητας και περισσεύει η υποκρισία στην Ελλάδα;

Αξιολογώντας τα ανωτέρω δεδομένα, ο συντάκτης του άρθρου, θεωρεί ότι η συμμετοχή της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή άμυνα δεν αποτελεί εθνική αποτυχία της Ελλάδας, αλλά συνολική αποτυχίας της Ε.Ε..
Υπό το πλαίσιο αυτό, η τρέχουσα συγκυρία αποτελεί χρυσή ευκαιρία για την Ελλάδα, ώστε να αναπτύξει ένα αφήγημα και να προβεί σε διπλωματικές ενέργειες που θα πείσουν του εταίρους της, ότι η συμμετοχή της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή άμυνα αποτελεί στρατηγική ήττα της Ευρώπης και ένα επικίνδυνο πείραμα που απειλεί την υπόσταση και τη βιωσιμότητά της.
Για να καταστεί ο εν λόγω στόχος εφικτός, η Ελλάδα πρέπει να αξιοποιήσει πολιτικά την θεσμική εκτροπή που ακολουθήθηκε (λήψη απόφασης με ειδική πλειοψηφία) για να αναδείξει το δημοκρατικό έλλειμμα της Ε.Ε.. Πρέπει να τονιστεί ότι η λήψη απόφασης παρακάμπτοντας το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, θέτει σοβαρά ερωτήματα δημοκρατικής νομιμοποίησης της Ε.Ε. και δημιουργεί ένα επικίνδυνο προηγούμενο που εγείρει ερωτήματα για τη διαφάνεια και τη λογοδοσία των αποφάσεων.
Επίσης, η Ελλάδα θα πρέπει να ασκήσει πιέσεις, ώστε να αποτελέσει στρατηγική προτεραιότητα των ευρωπαϊκών θεσμών και των κρατών-μελών της Ε.Ε. η μη πλήρης συμμετοχή της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή άμυνα, διότι:
❖ Η Τουρκία αντιμετωπίζει την άμυνα ως εργαλείο εθνικής επέκτασης και όχι συλλογικής ασφάλειας. Τα κράτη μέλη της Ε.Ε. επιδιώκουν την ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνάς τους για να μπορέσουν να αμυνθούν και προστατευτούν από τη Ρωσική απειλή. Η Τουρκία αντιθέτως, αποτελεί βασικό σύμμαχο της Ρωσίας και λειτουργεί ως Δούρειος Ίππος της Ρωσίας τόσο στο ΝΑΤΟ όσο και στη σχέση της με την Ε.Ε. (αφού αρνήθηκε να επιβάλει κυρώσεις στη Ρωσία όπως όλοι οι άλλοι σύμμαχοί της στο ΝΑΤΟ, συνεργάζεται ανοιχτά με τη Ρωσία και αποκτά στρατιωτικό ρωσικό εξοπλισμό με επικίνδυνες συνέπειες για την ασφάλεια των Συμμάχων της). Η Τουρκία δεν επιθυμεί τη στρατιωτική συνεργασία για την ενίσχυση της συλλογικής ευρωπαϊκής ασφάλειας, αλλά για την εδραίωση της περιφερειακής της κυριαρχίας και τη δημιουργία τετελεσμένων, στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.
❖ Υπάρχει κίνδυνος η στρατιωτική τεχνολογία αιχμής που θα αποκτήσει η Τουρκία να χρησιμοποιηθεί εναντίον κρατών μελών της Ε.Ε..
❖ Από μέρους της Τουρκίας υπάρχει έλλειψη αξιοπιστίας και μη σεβασμός στο θεσμικό και αξιακό σύστημα της Ε.Ε.. Σύμφωνα με τις εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η Τουρκία είναι μια μη δημοκρατική χώρα, δεν σέβεται το κράτος δικαίου και καταπατά συστηματικά τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα. Συνεπώς, η Τουρκία δεν πληροί τα πολιτικά και θεσμικά κριτήρια που απαιτεί η ευρωπαϊκή αμυντική ενοποίηση.
❖ Δεδομένου ότι η Τουρκία επιδιώκει να λειτουργεί αυτόνομα στη διεθνή σκακιέρα και έχει στρατηγικά συμφέροντα που συχνά είναι αντίθετα με τα συμφέροντα πολλών ευρωπαϊκών κρατών, η συμμετοχή της στην ευρωπαϊκή άμυνα υπονομεύει την ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία.

Τέλος, για λόγους αξιοπιστίας της Ελλάδας προς της εταίρους της και ενίσχυσης της θέσης της στην αρχιτεκτονική της ευρωπαϊκής άμυνας, είναι στρατηγικής σημασίας για την Ελλάδα, να αποσυνδέσει το ζήτημα της συμμετοχής της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή άμυνα από τη ελληνοτουρκική αντιπαράθεση. Σε μια περίοδο κοσμογονικών γεωπολιτικών εξελίξεων, η Ελλάδα δεν πρέπει να κατηγορηθεί από τους εταίρους της, ότι μπλοκάρει τη διαδικασία ενίσχυσης της ευρωπαϊκής άμυνας λόγω της χρόνιας αντιπαράθεσής της με την Τουρκία.

Παράλληλα, λαμβάνοντας υπόψη την υπάρχουσα πραγματικότητα (δηλ. τη διαχρονική έμμεση ή άμεση συμμετοχή της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή άμυνα), που κανείς ως τώρα δεν τόλμησε να την ομολογήσει, ο συντάκτης του άρθρου, θεωρεί ότι η συμμετοχή της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή άμυνα δεν αποτελεί εθνική αποτυχία, αλλά μπορεί να αποτελέσει εθνική ευκαιρία.
Μπορεί να αποτελέσει εθνική ευκαιρία, διότι η Ελλάδα θα έχει περισσότερα να κερδίσει από μια Τουρκία που λειτουργεί εντός του ευρωπαϊκού θεσμικού πλαισίου άμυνας, παρά από μια Τουρκία αποκομμένη, απρόβλεπτη και ανεξέλεγκτη.
Συγκεκριμένα, όταν η Τουρκία θα συμμετέχει σε ευρωπαϊκές αποστολές ή δομές άμυνας, θα πρέπει να λειτουργεί υπό ένα σύστημα κανόνων, διαφάνειας, κοινών αποφάσεων και λογοδοσίας και η συμπεριφορά της, θα είναι ελέγξιμη και πιο προβλέψιμη.
Είναι προτιμότερο λοιπόν, αντί να την αντιμετωπίζεις μονομερώς, να την αντιμετωπίζεις εντός ενός ευρωπαϊκού πλαισίου και με καθορισμένες διαδικασίες, όπου η Ελλάδα έχει φωνή, επιρροή και συμμαχίες.
Επίσης, η συμμετοχή της Τουρκίας στο ευρωπαϊκό πλαίσιο ασφάλειας σημαίνει και αναγνώριση από μέρους της, της υπόστασης της Ε.Ε. ως γεωπολιτικό παίκτη. Αν συμβεί αυτό, είναι στρατηγικής σημασίας εξέλιξη που η Ελλάδα θα πρέπει να την εκμεταλλευτεί. Ειδικότερα, η Τουρκία έως τώρα κινείται επεκτατικά και επιπλέον, επιδιώκει να μετατραπεί σε μεσαία δύναμη και σημαντικός γεωπολιτικός παίκτης στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και τη Μεσόγειο. Ο ρόλος της αυτός, δεν συνάδει με το πλαίσιο συμμετοχής της στην ευρωπαϊκή άμυνα. Η Τουρκία θα κληθεί να αποφασίσει αν θα συνεχίσει να λειτουργεί ως αυτόνομος γεωπολιτικός παίκτης και πάροχος ασφάλειας ή θα λειτουργήσει εντός του πλαισίου της Ε.Ε.
Αν επιλέξει τη δεύτερη επιλογή οι ηγεμονικές της επιδιώξεις, με το δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας» και την ακραία επιθετική ρητορική, θα δημιουργήσουν ένα κενό αξιοπιστίας της Τουρκίας προς την Ε.Ε., όπου η Ελλάδα μπορεί να το αξιοποιήσει.
Η Ελλάδα επίσης, μπορεί να αξιοποιήσει (και εν μέρει το έπραξε), το ενδιαφέρον της Τουρκίας να συμμετάσχει στην ευρωπαϊκή άμυνα για να συμβάλλει στην καλύτερη κατανόηση των ελληνικών θέσεων από τους εταίρους της, να οικοδομήσει νέες συμμαχίες και να προβάλλει τα ζητήματα ασφαλείας του ελληνισμού ως ζητήματα ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος. Οι ασφαλιστικές δικλείδες που ήδη ορίστηκαν για την περιορισμένη συμμετοχή της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή άμυνα, αλλά και οι επακόλουθες αντιδράσεις της Τουρκίας, αποδεικνύουν του λόγου το αληθές.
Οι δικλείδες αυτές, δίνουν την δυνατότητα στην Ελλάδα να διαμορφώνει τους όρους συμμετοχής της Τουρκίας στις δομές της ευρωπαϊκής άμυνας, συνδέοντάς τους με την τουρκική συμπεριφορά (άρση casus belly, σεβασμός ΑΟΖ, Κυπριακό, παραβιάσεις εναέριου χώρου κ.λπ).
Εν κατακλείδι, η Ελλάδα δεν έχει λόγο να φοβάται την περιορισμένη συμμετοχή της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή άμυνα. Αντιθέτως, μπορεί να την εκμεταλλευτεί στρατηγικά για να περιορίσει την επιθετικότητά της και να την αναγκάσει να λειτουργήσει σεβόμενη το ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο άμυνας και ασφάλειας.
5